Σάββατο 4 Ιουνίου 2022

Ἀν­τώ­νης Ζέρ­βας-Στὸ ἀρ­χαῖ­ο πη­γά­δι


EΙΧΕ ΣΥΝΗΘΙΣΕΙ  νὰ παίρ­νει τὰ πράγ­μα­τά της καὶ νὰ φεύ­γει (μὲ ξέ­νη βα­λί­τσα). Εἶ­χε συ­νη­θί­σει νὰ ἐ­πι­στρέ­φει, ἀ­φοῦ προ­η­γου­μέ­νως εἶ­χε ἐ­πι­στρέ­ψει τὰ κλει­διὰ ποὺ ζη­τοῦ­σε πάν­τα μὲ τὸ πα­θι­α­σμέ­νο ὄ­νει­ρο τῆς εἰ­ρη­νι­κῆς συγ­κα­τοί­κη­σης. Εἶ­χε συ­νη­θί­σει νὰ τη­λε­φω­νεῖ κα­τό­πιν ἑ­ορ­τῆς καὶ νὰ ἐ­κλι­πα­ρεῖ, νὰ ὀρ­γί­ζε­ται μὲ τὰ πα­ρα­κά­λια της, νὰ ἐ­ξυ­βρί­ζει με­τα­με­λη­μέ­νη καὶ τέ­λος νὰ σι­ω­πᾶ μὲ τὰ χά­πια της. Πο­τὲ δὲν ἔ­κλαι­γε, πο­τέ.

       Ἦ­ταν ὄ­μορ­φη κο­πέλ­λα, χω­ρὶς ἰ­δι­αί­τε­ρη χά­ρη καὶ σχε­δὸν ἄ­γου­στη μὲς στὶς πιὸ χτυ­πη­τὲς μό­δες, ἀλ­λὰ μὲ ἀ­συγ­κρά­τη­το αἰ­σθη­σια­σμὸ καὶ ἀ­πί­θα­νη ἐ­λευ­θε­ρί­α ποὺ με­τα­μόρ­φω­νε τὸ πράγ­μα σὲ ζων­τα­νὸ ὀρ­γα­νι­σμὸ καὶ τὸ ζων­τα­νὸ σὲ πράγ­μα. Γνώ­ρι­ζε ἀ­π’­ἔ­ξω ὅ­λα τα τρα­γού­δια, λα­ϊ­κά, ἔν­τε­χνα καὶ ξέ­να. Μὰ εἶ­χε μπλέ­ξει μὲ τὰ γράμ­μα­τα καὶ νό­μι­ζε πὼς τὸ πνεῦ­μα εἶ­ναι ἄν­θη, χρώ­μα­τα καὶ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α.

       Τὸ βλέμ­μα της δὲν ἔ­παυ­ε νὰ εἶ­ναι σκο­τει­νό, ἀ­κό­μη καὶ στὶς με­γά­λες χα­ρές της. Ἦ­ταν τὸ πη­γά­δι της, ἔ­λε­γε. Ἔ­πε­φτε μέ­σα κι ἔ­πρε­πε νὰ τσα­κι­στεῖς νὰ τὴν ἀ­νε­βά­σεις πά­νω. Ἔ­πρε­πε νὰ τὴν κρα­τᾶς πάν­τα γιὰ νὰ μὴν ξα­να­βου­τή­ξει. Ὅ­σο τὴν κρα­τοῦ­σες ἔ­ξω, ἔ­δι­νε με­γά­λη ἡ­δο­νή. Πι­στὴ σὰν πα­λαι­ὰ ψυ­χο­κό­ρη, τὰ ἀ­κρι­βὰ ἐ­σώ­ρου­χα δὲν τῆς πρό­σθε­ταν τί­πο­τε. Εἶ­χε τὶς γραμ­μὲς μιᾶς κα­λο­πε­ρι­ποι­η­μέ­νης φο­ρά­δας. Κι ὁ νοῦς της ἦ­ταν πάν­τα στὸ χω­ριὸ ὅ­που με­γά­λω­σε ἀ­νά­με­σα σὲ ψη­λο­κρέ­μα­στα βου­νὰ μ’ ­ἕ­να πλα­τὺ πο­τά­μι, ἀ­π’ ὅ­που ὅ­λοι ἤ­θε­λαν νὰ φύ­γουν γιὰ νὰ γυ­ρί­σουν πλού­σιοι.

       Ἦ­ταν ξε­χω­ρι­στή, ὅ­πως ὅ­λα τα πα­ρά­δο­ξα ποὺ γεν­νοῦν οἱ γά­μοι τοῦ πά­θους καὶ τῆς κοι­νο­το­πί­ας γιὰ τὰ ὁ­ποῖ­α ὅ­σο πε­ρισ­σό­τε­ρο μι­λᾶς, τό­σο πιὸ πα­ρά­δο­ξα γί­νον­ται.

Πηγή: https://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2016/08/25/antonis-zerbas-sto-archaio-pigadi/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου