Είναι ώρες-ώρες θάλασσα κι οι Πρέσπες,
μεγάλη, πρασινο-γάλαζη και γκρίζα,
δεν την περνάς με καντιλλάκ ούτε με βέσπες∙
εδώ λόγια πολύγλωσσα και τ’ άλογο πειθήνιο
σέρνει το κάρο με γκούμια από αλουμίνιο
σύρριζα στων βράχων την ξέξασπρη μαρκίζα.
Τόπος τερματικός. Παλιές σκιές
από φως πλάγιο και πιωμένο
περιπολούν άοπλες. Βαραίνουν οι φασολιές,
το νερό αραίωσε, γδέρνεται η βάρκα
στην περιττή ακρογιαλιά∙ τα βράχια πέτρινες μασέλες,
τα οστά του Σαμουήλ γδυτά χωρίς τη σάρκα.
το παιδόπουλο∙ προσεχής Έλλην από χέρι,
αξύριστος, λιγνός, λείψανο αχνό στ’ αγέρι
τα σαλαγάει σφυρίζοντας με το στόμα και το χέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου