Σάββατο 9 Ιουλίου 2022

Efraín Huerta-Tρία Ποιήματα



Απόλυτος Έρωτας


Είσαι σαν άπεφθο πρωινό που σφύζει από μελαχρινά φιλιά

απ’ όταν έπιασαν τα φτερά της αυγής

να βάζουνε στον ουρανό μονογραφές. Σαν ευθεία

πτώση και τέλεια χαραυγή.

Απέραντη αγαπημένη

σαν βιολέτα αμιγούς κοβαλτίου

και λόγος καθαρός του πόθου.

Σταξιά γλυκάνισου στο μούχρωμα

και σε αγαπώ τρέφοντας εκείνη την ελπίδα του αυτόχειρα ποιητή

που λικνιζότανε στη θάλασσα

με την πιο μεγάλη ρομαντική νωθρότητα.

Σε κοιτάζω έτσι

πώς θα σε κοίταζαν και οι βιολέτες ένα πρωί

πνιγμένο στων αναμνήσεων τη δρόσο.

Είναι η πρώτη φορά που κυλάει στις φλέβες μου 

χρυσός απόλυτος έρωτας.

Το πιστεύω: έτσι σε αγαπώ εγώ

και μια πλατινένια περηφάνια διατρέχει το κορμί μου.


Τρυφερότητα


Αυτό που πιο σύντομο δεν γίνεται: 

το περιστέρι, το άνθος, 

το φεγγάρι στων ματιών τις κόρες·

αυτό που έχει την απαλότερη νότα: 

το φτερό με το ρόδο, 

του αστεριού τα μάτια· 

το τρυφερό, το απλό, 

αυτό που τρέμει όταν κοιτάει τον εαυτό του, 

αυτό που αγγίζεται και σώζει 

όπως σώζουν οι άγγελοι 

όπως σώζει και το καλοκαίρι 

τις βρόμικες ψυχές· 

αυτό που μας δίνει ευημερία και ισότητα 

και φτιάχνει τη ζωή μας 

κι έχει την ίδια γεύση 

με τον ουρανό και τα βουνά. 

Αυτό που αν φιληθεί εξαγνίζει. 

Αυτό ακριβώς, καλή μου φίλη: τα χέρια σου.


Το μεθυσμένο κορίτσι


Τούτ’ η οκνή πτώση στην αγκαλιά μιας άγνωστης

τούτο το βάναυσο καθήκον να τσαλαπατάς παπαρούνες και ίσκιους και πτώματα·

τούτ’ η σκέψη πως είσαι δέντρο, μποτίλια ή κάνουλα που βγάζει αλκοόλ,

ίχνος κοιμώμενου ποδιού, σουγιάς πράσινος ή μαύρος·

τούτ’ η σκληρότατη στιγμή οπού ένα κορίτσι στριγκλίζει,

χειρονομεί και ονειρεύεται κάποιαν αρετή που ουδέποτε υπήρξε δική της.

Όλα τούτα άλλο δεν είναι πάρεξ η νύχτα,

η νύχτα που κυοφορεί αίμα και γάλα,

παιδιά που ασφυκτιούν,

γυναίκες απανθρακωμένες

και άντρες μελαχρινούς μες στη μοναξιά τους

και μια μυστηριώδη φθορά αποπνικτική τελείως.

Δεν είναι πάρεξ η νύχτα του μεθυσμένου κοριτσιού

που οι οργίλες και μελαγχολικές κραυγές της

με πλήγωσαν σαν τον πιο άμωμο θρήνο,

σαν τις ναυτίες και τη μνησικακία,

σαν την εγκατάλειψη και σαν τη φωνή που έχουνε οι ζητιάνες.

Η θλίψη είναι ο θρήνος ετούτος, φίλοι μου, ο φτιαγμένος από γυαλί αλεσμένο

και από πένθιμες γαρδένιες κομματιασμένες στα κατώφλια των καντινών,

θρήνος και ιδρώτας αλεσμένοι, όπου άντρες γυμνοί, με μόνο τη μαύρη τους γενειάδα

και βρόμικα μελένια χέρια λούζονται χωρίς μαράζι, δίχως λύπη:

θρήνος μεθυσμένος, δάκρυα γαρύφαλλα, δάκρυα ταβέρνες μουλιασμένες,

του κοριτσιού δάκρυα που μεθάει άνευ σκοτισμού και σχόλης,

του κοριτσιού δάκρυα που μια νύχτα –και ήταν μι’ άγια νύχτα–

τη λειωμένη μού εχάρισε καρδιά της,

τα χέρια της από καυτό νερό, χλόες και μετάξι,

τους στοχασμούς της, ίδιους κι απαράλλαχτους με πουλιά πεθαμένα,

την εκστατική από τρυφερότητα οκνηρία της,

το στόμα της με τη γεύση φλιτζανιού δαγκωμένου από τόσα δόντια μεθυσμένων,

το στήθος το απαλό σαν μάγουλο με πυρετό,

τα τατουάζ των χεριών και των ποδιών της,

και την αρχόμενη φυματίωσή της

και το υπνώττον εφηβαίο της το σάμπως μαρτυρική ορχιδέα.

Αχ, το μεθυσμένο κορίτσι, το κορίτσι με το ηλίθιο χαμόγελο

και τη γενναιοδωρία στων δακτύλων του την άκρη,

το κορίτσι με την ακλόνητη, άφατη τρυφερότητα για έναν άντρα

σαν εμένα, που μόλις και αποφεύγω τη βία την ερωτική.

Τούτ’ η τρυφερή ανάμνηση θα μείνει πάντα μπρος στα μάτια μου σαν λάμπα αναμμένη,

επέτειος λεκιασμένη από αίματα και πρόξενος βαρειάς αθυμίας.

Γειά στο μεθυσμένο κορίτσι, καλοί μου φίλοι!


Efraín Huerta ( Silao, Guanajuato 1914 – Πόλη του Μεξικό 1982)

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window