Λαχταρώ:
Ένα μέρος δίχως Χριστούγεννα,
δίχως Πάσχα,
δίχως εθνικές εορτές.
Ένα απάνεμο περίκλειστο κρατίδιο.
Πότε πότε θα επιτρέπεται η είσοδος
μόνο σε γαλαζωπές ανταύγειες
από παιδικό ουρανό.
Τίποτε άλλο.
2
Θυμήθηκα τη μαμά, και ύστερα τον μπαμπά μου.
Απόντες.
Σε φέρνουν και μετά σε αφήνουν. Να στροβιλίζεσαι στο
κενό.
Να ισορροπείς σε σχοινί τεντωμένο. Να πέφτεις και να
σηκώνεσαι.
Να ψάχνεις και ποτέ να μη βρίσκεις. Να κρύβεις τη
φωτογραφία τους και μετά πάλι να την κρεμάς.
Προδότες.
Και προδομένοι.
3
Σύννεφα πάνω από την πόλη.
Ταξιδεύω στα γαλανά νερά της Αίγινας, στα πεύκα στο
Αγκίστρι. Πράσινα παραθυρόφυλλα περιμένουν να με
υποδεχτούν, τζιτζίκια να μου τραγουδήσουν.
Το καλοκαίρι πάντα η έσχατη λύση.
Το καλοκαίρι πάντα η έσχατη λύπη.
4
Το καφενείο. Δυο τρία τηλεφωνήματα. Το ξένο φαγητό.
Ύπνος ελάχιστος. Τηλεπαιχνίδι με καφέ. Το ξύρισμα.
Ταξί. Τσάι αναζητώντας τις δικές μου λέξεις. Έπειτα
οι ξένες λέξεις. Που πρέπει να φαίνονται δικές μου.
Μετά η σιωπή μπροστά στις τηλεοπτικές ανοησίες.
Και ο μεγάλος ύπνος. Σαν στάσεις λεωφορείου σε δρόμο
με πυκνό σκοτάδι.
Ο πόθος λείπει.
5
Το ποίημα του απογεύματος.
Όπως ο καφές.
Ή το τσάι.
Σκοτεινιάζει.
Εγώ πηγαίνω να τεθώ εκτός χρόνου,
να φωτιστώ από φως τεχνητό
και δραματικό.
Συμπληγάδες γενεθλίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου