Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Γιάννης Υφαντής - Τέσσερα Ποιήματα

 EPXOMAI

Δεν ξέρω αν ο Pίτσος ή ο Όμηρος
είναι που μ’ έπεισε να μπω στον Δούρειο Ίππο
έχοντας μόνο ένα σπαθί κι έναν καθρέφτη.
Έρχομαι από την έρημο εκεί όπου η άμμος
είναι η συντριβή κάθε μορφής.
Έρχομαι από τις Άρκτους, κουβαλώντας
ένα τσουβάλι άστρα και κρατώντας
στο χέρι μου μια μάσκα φεγγαριού.
Έρχομαι απ’ το καλύβι το πλεγμένο μ’ αστραπόκλαδα.
Έρχομαι από ’να σπίτι καμωμένο από καθρέφτες.
Έρχομαι απ’ το φαράγγι το κυρτό όπως σπαθί
μισό από χιόνι και μισό από λουλούδια.
Έρχομαι από τις όχθες του βουνίσιου ποταμού
εκεί που καταρράχτες ασκητές
στέκονται όρθιοι μες στα πέτρινα πιθάρια.
Έρχομαι απ’ το Βορρά· με παγοπέδιλα
δυο μισοφέγγαρα, γλιστρούσα διαρκώς
πάνω στα χιόνια τρεις χιλιάδες χρόνια.
Έρχομαι απ’ των Tατάρων τις ορδές· είμαι ο στρατιώτης
που ’σφαξε τον Aττάρ κ’ είμαι επίσης
ο ίδιος ο Aττάρ και το μαχαίρι που τον έσφαξε.
Έρχομαι απ’ το μαύρο γαλαξία των μυρμηγκιών που παρασέρνει
μια πεταλούδα πεθαμένη σα να είναι
ιστιοφόρο αγγέλου σα να είναι
ο Ίκαρος μετά από την πτώση του.
Έρχομαι απ’ την Ελλάδα που με χέρι
την Πελοπόννησο ξαμώνει και σκορπά
γύρω της τα νησιά για να μην είναι
μόνη της απλωμένη μες στη θάλασσα.
Έρχομαι από την τρύπα ενός σάπιου κλωναριού
όπου ιερουργούσα με στολή άγριας μέλισσας
είτε φορούσα άμφια πεταλούδας.
Έρχομαι από το σούρουπο εκεί
της Θεσσαλίας, όπου βόσκησα
για χίλια χρόνια ένα κοπάδι από φωτιές.
Έρχομαι απ’ το βιβλίο του Αναξίμανδρου· σ’ αυτό
βρίσκομαι πάντα όπου κι αν πηγαίνω.
Mε ρώτησαν από που έρχομαι.
Tι να τους έλεγα;
Δεν θα με καταλάβαιναν
και τότε
θα μ’ οδηγούσανε δεμένο στον ψυχίατρο.
«Έρχομαι» είπα, έτσι απλά, «απ’ το Αγρίνιο»,
κρύβοντας μες τη λέξη αυτή όσο μπορούσα
το “άγριος”, το “νι”, και προ παντός
το “ο”, που ’ναι πηγάδι και παγίδα,
σπίτι μου και καθρέφτης και λαβύρινθος (μα ναι
ο πιο πολύπλοκος λαβύρινθος κι ας φαίνεται
τόσο απλό, ένα μικρό δαχτυλιδάκι).
.
O ENTAΦIAΣMOΣ MOY ΣTH ΛEYKAΔA
Ανάσκελα γυμνός στην αμμουδιά.
Ψηλοί γρανίτες, κατακόρυφοι,
μπροστά μου, πίσω, αριστερά.
Θα ’μαι στο θεϊκό μου τάφο συλλογίζομαι.
Κτερίσματα μου ’βάλαν το Φεγγάρι και τον Ήλιο.
Kι άφησαν πλάι μου τη θάλασσα.
Kύματα έρχονται·
σκορπίζουν το ανθισμένο τους κορμί στην αμμουδιά, μέχρι το
σώμα μου.
K’ ύστερα η νύχτα με σκεπάζει με των άστρων τα κλαδιά.
.
KPIΣNA
Δάγκωσα φως κρουσταλλιασμένο πάνω σε
κλωνάρι κέδρου. Kρίσνα
είσαι η χαραυγή μιας μουσικής
που μόνο οι πέτρες γίνεται ν’ ακούσουν. Kρίσνα
είσαι υγεία αβάσταχτη, ω Kρίσνα
έκσταση ενός καρπού μέσα στη νύχτα, είσαι
έκρηξη του καιρού. Είσαι εγώ· εγώ που
όσο κι αν ψάξεις δε θα μ’ εύρεις ΠOYΘENA:
Άπειρες πόρτες άνοιξα και μ’ ένα
στρόβιλο άστρων έχω φύγει για ΠANTOY.
Θεσσαλονίκη, 1971
.
AEIZΩON
O κόμπος λύθηκε· ω μάτια μου
κανείς δεν ξέρει γιατί τρέχει των δακρύων σας η πηγή.
Το ξέρουν μόνο αυτοί που στο Εικόνισμα του Κόσμου
έχουν φιλήσει την Αγία Αστραπή.
.
(ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ, Πέμπτη έκδοση, πλήρης, Εκδόσεις ΟΔΟΣ ΠΑΝόΣ, 2022)

Αντλήθηκαν απ' το προφίλ του ποιητή στο Fb

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window