Στα μαύρα δάση γύριζε
κυνηγημένο ελάφι
να φεύγει
όλο να φεύγει μεσ' στη νύχτα
όλο να χάνεται
και η αυγή ν΄ αργεί τόσο πολύ
ν΄ ανάψει τα λυχνάρια της
Οι λέξεις πάγωναν
στους κάλυκες των χειλιών
βουβές κυνηγημένες
Ένα στιλέτο ξέσκιζε
ολημερίς τα σπλάχνα του
ζεστό το αίμα αχόρταγη
το ρούφαγε μια Λάμια
Πίνοντας όλο πίνοντας
γατζώθηκε στις σάρκες του
-Δε φεύγει!
Εναγώνια, Αθήνα 1974.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου