Ποια σκοτεινή νύχτα θύελλας έκρυψε τη μορφή σου;
Και ποιες βροντές κεραυνού σε τρομοκρατούν στο κρεβάτι
Όταν οι εύθραυστοι τοίχοι του στήθους μου τρέμουν;
Ανατριχιάζω απ'το κρύο,παγιδευμένος στη δροσιά του ξέφωτου.
Ω,χαμένος στα προδοτικά μονοπάτια του δάσους.
Είναι τα ερπετά και τα φίδια που μπερδεύουν τα πόδια μου;
Γλιστρώ στη λασπωμένη τρύπα του φόβου κ'η κραυγή μου πνίγεται
μ'έναν κρότο παφλάσματος.
Όμως θ'ακούσω τη φωνή σου πάλι,ευτυχισμένο φωτεινό πρωί;
Θ'αναγνωρίσω πάλι τον εαυτό μου στο γελαστό καθρέφτη των ματιών
που'ναι πλατιά σαν παράθυρα;
Και ποια θυσία θα ειρηνέψει την άσπρη μάσκα της θεάς;
Μήπως το αίμα των πουλερικών και των τράγων ή το άχρηστο
αίμα της φλέβας μου;
Ή το πρελούδιο του τραγουδιού μου,η πλυμένη μου περηφάνια;
Δως μου λέξεις ευνοϊκές.
Πηγή: Νέγροι ποιηταί, Ανθολογία νέγρων ποιητών, Εκδόσεις Εγνατία, 1969.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου