Βουρκωμένη έρημη νύχτα
Πνίγει τις φωνές μέσα μου, τις φωνές απ’ τον πεζόδρομο
Τη βοή απ’ τα καθισμένα παιδιά στο πλακόστρωτο
που σιγά σιγά όσο περνάει η ώρα και πάει να ξημερώσει
εξασθενεί.
Τα στόρια απ’ τα δυο μου παραθύρια
-καπάκια από φέρετρα- κηδεία της νύχτας
Το κλείσιμό τους – αρραβώνας με την μέρα
Το δάκρυ ενός παιδιού πάνω απ’ την κιθάρα του
η τελευταία ανάμνηση.
Το τελευταίο χτύπημα.
Έτσι είναι οι νύχτες μου από ’δω και πέρα.
Μοιρασμένες σε κενοτάφια που δημιούργησε η απουσία.
Βυθισμένες σε πονεμένα σπλάχνα.
Βροχή από αλάτι
Και ένα βουνό από σπασμένα σώματα να βαραίνει
την προσπάθεια για ύπνο λευκό.
Τώρα είμαι ξυπόλητος γυμνός πάνω από τα μαχαίρια
κάτω απ’ τις μυλόπετρες
του μελανιού.
Μόνος με τα χέρια μου γεμάτα με πετράδια
απ’ τα μαλλιά της.
Καθώς με νιώθω ακίνητο
στην μέση του στενού αυτού δωματίου
Η μοναξιά τυλίγει αυτό που άγγιξα με τα μάτια.
Αυτήν την χαίτη, της βουρκωμένης έρημης νύχτας.
Καθώς με βλέπω αΰπνωτο
Σπίτι έρημο
Και πρωινό θολό
Σαν χώρα μοιάζω.
Δεν θέλω τα χέρια μου να χάσω.
Δεν θα χω χέρια να μου χαϊδέψουν το πρόσωπο
Δεν θα χω χέρια να σου χαϊδέψουν το πρόσωπο
Δεν θα χω χέρια να αφήνονται στις αισθήσεις με το νερό
στην επαφή με την φωτιά
ν’ αγγίζουνε φρούτα
ν’ ανάβουν το λιβάνι
να ντύνονται με δαχτυλίδια
να σφίγγουν τις χορδές
να ερωτοτροπούν με τα γέρικα πλήκτρα του πιάνου
να βαστάνε τις λύπες
να τρυπούν τους πόνους
να μετράν τον πυρετό
να ξεμπλέκουν τα μαλλιά σου
να συλλέγουνε φιλιά
να γεμίζουνε πληγές
να θεραπεύουν τις πληγές
να καθαρίζουν τα έπιπλα
να υφαίνουν όνειρα
να πιάνουν τον θερμό αέρα το καλοκαίρι
βγαλμένα έξω απ’ το παράθυρο του αυτοκινήτου
τρέχοντας στην μεγάλη λεωφόρο της ζωής
να ξεκουράζονται στο στήθος σου
να τεντώνονται οι φλέβες τους στον μόχθο
να ανοίγουν δρόμο στο σκοτάδι
να γυρίζουν τις σελίδες στο ατέλειωτο βιβλίο
να δένουν τα κορδόνια σου όταν εσύ δεν μπορείς να σκύψεις
γιατί κρατάς το βάρος της αγάπης μας
να αποκαλύπτουν την βαθιά χαρά
μιας έντιμης ζεστής χειραψίας
να σκουπίζουν την απληστία απ’ τα χείλη
να χειροκροτούν την αρχή του έρωτα
να μπήγουν τα νύχια στην σάρκα, στο τέλος του.
Αντί για τα Χέρια ας χάσω τα Μάτια.
Την ομορφιά την θυμάμαι… θα βλέπω!
alt
*Από τη συλλογή ποιημάτων και σχεδίων με τίτλο “Αρχίζω με το σ’ αγαπώ”, εκδόσεις bibliotheque, 2015.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου