Αυτό
συντελέστηκε ανάμεσα σε δύο βλέφαρα· έτρεμα
μες στη φλούδα μου, χολερικός, αλκαλικός,
άεργος πλάι στη λάγνα ισημερία,
στης ψυχρής πυρκαγιάς τα πόδια όπου και σταμάτησα.
Aλκαλική διολίσθηση, λέω,
από την αποδώ πλευρά του σκόρδου, πάνω από του σιροπιού την αίσθηση,
πιο βαθιά, πολύ πιο βαθιά, απ’ όλες τις σκουριές,
όταν πάει νερό και γυρίζει κύμα.
Διολίσθηση αλκαλική
ομοίως και πολύ μεγαλύτερη, στ’ ουρανού τις κολοσσιαίες εγκαταστάσεις.
Τί δόρατα και τρίαινες θα ρίξω, αν πεθάνω
στον φλοιό μου μέσα· σε ιερά φύλλα μπανάνας θα δώσω
τα πέντε υποβοηθητικά μου οστάρια,
αλλά και στο βλέμμα, στο ίδιο το βλέμμα!
(Λένε ότι στους αναστεναγμούς χτίζονται
καμιά φορά ακορντεόν οστεώδη και απτικά·
λένε ότι, όταν πεθαίνουν έτσι όσοι τελειώνουν,
αχ! πεθαίνουν έξω απ’ το ρολόι, με το χέρι
γραπωμένο σ’ ένα μοναχικό παπούτσι.)
Καταλαβαίνοντας τα όλα, κύριε συνταγματάρχα
και όλοι εσείς οι υπόλοιποι, με την θρηνητική αίσθηση αυτής της φωνής,
πονάω και συμπονώ τον εαυτό μου, βγάζω, με λύπη μου μεγάλη,
όλη νύχτα τα νύχια μου·
κι έπειτα δεν έχω τίποτα και μιλάω μόνος μου,
επανεξετάζω τα εξάμηνά μου
και, για να γεμίσω τη σπονδυλική μου στήλη, το σώμα μου πιάνω και παντού το αγγίζω.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου