Καί δέν ἐπέθανες, βεβαίωσε ἡ φωνή (Ὑπόγειο καλώδιο ἀναγκάζει τίς συσκευές τοῦ κόσμου νά μιλοῦν) Ὄχι δέν πέθανα καί ζῶ καί σοῦ μιλῶ Πουλάκι εἶναι καί λαλεῖ πουλάκι εἶναι κι ἄς λέει Ἔρχεται πέρασμα στενό ἔρχονται ἀγάπης λόγια σχιστή τήν γλώσσα διασχίζει ἡ ὁδός Φάνηκε φόνος. Γιά θάνατο δέν ξέρει ὁ σκοτωμένος Μόνο βυθίζεται λές χάνεται Σάν μυστικό πέτρας παλιᾶς πού σήκωσε πατημασιά ἤ ἀεράκι που πέρασε ἀπό ὄαση καί τώρα στροβιλίζεται τά ἴχνη ἀφανίζοντας σέ ἔρημο ἄνεμος κυκλικός Γιά θάνατο δέν ξέρει ὁ σκοτωμένος. Ὅταν τό μαῦρο φῶς σάν ἄσπρο τόν κυρίεψε Στό ἀνεξίτηλο εἰσχωρεῖ ἀργά Τρομάζει Βλέφαρο καί ταράζεται ὡσάν μέ τίς συσπάσεις του νά δύναται — πώς ναί πώς σώζει τήν φωνή Γιά θάνατο δέν ξέρει δέν μιλᾶ Ἄπολις παραδίδεται Ἀμαχητί μές στά δασάκια τοῦ μυαλοῦ ἀναζητᾶ τίς ζωγραφιές τῶν αἰσθημάτων πώς ὑπῆρξαν. Γιά θάνατο μιλοῦν οἱ ζωντανοί. Λίγο μέ χάρτινα στεφάνια κέρματα δοσοληψίες τῶν χεριῶν στοῦ ὀφθαλμοῦ τήν ἀδηφάγο κατοχή συμπαραστάτες Λίγο μέ δόξας ἀποήχους Λίγο μέ ὕπνο κι ὄνειρα Σέ περιγράφει ὁ θάνατος Σάν θάνατος ὁ θάνατος περιγελᾶ Σέ περιφέρει Ὡς ἐπιτάφιος τό ζῆν καί ἀλήθεια ὅτι προόρισται γιά κιβωτός θανάτου Μά δέν ἐπέθανες, βεβαίωσε ἡ φωνή. Καί τί θά πεῖ δέν πέθανα καί πῶς τόν θάνατο θάνατο ὀνομάζεις πῶς νά ὑπάρξει ὄνομα στόν θάνατο πῶς νά φθογγοῦται ὁ θάνατος καί πῶς ὁ θάνατος νά καρπωθεῖ τό «ξέρω τοῦ θανάτου» Εἰδέναι Οἶδα Οἰδίποδας. Μόνο μέ ψεύδη βεβαιώνεται ἡ ζωή
Σχιστή ὁδός, 1992 |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου