Φύλλα
Εἴμαστε ὅπως τὰ φύλλα
ποῦ στροβιλίζονται γιὰ μιὰ στιγμὴ στὸν ἄνεμο
κ’ ὕστερα πέφτουνε στὸ χῶμα.
Ρούφηξαν πολὺ φῶς
ὅλο το καλοκαῖρι
καὶ τώρα πᾶν νὰ σμίξουνε τὴ ρίζα
καὶ τὸ σκοτάδι μίαν αὐγὴ ποὺ τὰ ξετίναξε
καὶ πάλι τώρα τὰ τυλίγει
στὴ ζεστασιὰ καὶ στὸ ἄφατο μυστήριο…
Κανεὶς ποτὲ δὲν τὸ ’μαθὲ
μήτε καὶ θὰ τὸ μάθει
τόσον καιρὸ τὸ μυστικὸ ρῖγος ποὺ τὰ’ θρέφε
μήτε καὶ τὸν ὑπόκωφο σεισμὸ
ποῦ τώρα ξαφνικά τα ξεριζώνει…
ποῦ στροβιλίζονται γιὰ μιὰ στιγμὴ στὸν ἄνεμο
κ’ ὕστερα πέφτουνε στὸ χῶμα.
Ρούφηξαν πολὺ φῶς
ὅλο το καλοκαῖρι
καὶ τώρα πᾶν νὰ σμίξουνε τὴ ρίζα
καὶ τὸ σκοτάδι μίαν αὐγὴ ποὺ τὰ ξετίναξε
καὶ πάλι τώρα τὰ τυλίγει
στὴ ζεστασιὰ καὶ στὸ ἄφατο μυστήριο…
Κανεὶς ποτὲ δὲν τὸ ’μαθὲ
μήτε καὶ θὰ τὸ μάθει
τόσον καιρὸ τὸ μυστικὸ ρῖγος ποὺ τὰ’ θρέφε
μήτε καὶ τὸν ὑπόκωφο σεισμὸ
ποῦ τώρα ξαφνικά τα ξεριζώνει…
Ὁ Γύπας
Ὁ γύπας
ποῦ τώρα σπαράζει τὰ σωθικά σου
κάποτες ἦταν ἕνα λευκὸ περιστέρι
ποῦ ὑψωνόταν στὸν οὐρανὸ κατακόρυφα…
Ἀπὸ ποῦ κίνησε ἡ μαύρη σαγίτα
καὶ τὴν καρδιά σου σημάδεψε;
Τὰ χέρια τὰ πιὸ ἀγαπημένα
τὸ πάλευκό σου ἔπνιξαν ὅραμα
κι ὅμως
γι’ αὐτὸ λιγότερο δὲν τ’ ἀγαπᾷς.
Βαθιά το μαχαῖρι καρφώθηκε
μὰ δάκρυ δὲν χύνεις.
Σὰν νὰ ’σαι ἕνας ξένος.
Σὰν νὰ ’ναι ἡ πληγὴ σ’ ἑνὸς ἄλλου τὸ σῶμα…
Ἔφη Αἰλιανού, Θάλασσα Κυθήρων (Οἱ ἐκδόσεις τῶν φίλων, Ἀθῆνα 1983)
Πηγή: https://thraca.gr/2016/06/1983_8.html?fbclid=IwAR3J47x99zyhG6MozkVMLLp72YxZEDkvHQNExB-Gx9ViB0NiLQPAApuV_Hg
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου