Η ΘΛΙΨΗ του φθινοπώρου
Στόλισε τις αλέες με κίτρινα φύλλα.
Ο άνεμος έφερε στην αυλή μας την οργή
του γυμνού δάσου. Χιλιάδες χέρια
Απλώνουνται ικετευτικά
Στις γωνιές των δρόμων.
Στο κεφαλόσκαλο του σπιτιού
Αποκοιμήθηκε η γιαγιά
Νανουρίζοντας το άρρωστο εγγονάκι της.
Δίπλα της ο παπούς
Με το κομπολόι που πέτρωσε
Στα χέρια του. Το μούρμουρο
Του ανέμου. Το παραμιλητό
Της λεύκας. Η σιωπή.
Πριν σαράντα χρόνια
Τούτο το ταπεινό χωριό
Ήτανε πλημμυρισμένο
Από τραγούδια.
Πριν δέκα χρόνια
Σε τούτο το σπίτι
Κυκλοφορούσαν ένα σύνταγμα όνειρα.
Ύστερα
Αλήθεια πώς να την πούμε
Τη συνέχεια; — Ο Θανάσης
Σκοτώθηκε στην Αλβανία.
Το Γιώργη τον κρέμασαν οι Γερμανοί.
Ο Βαγγέλης δικάστηκε ισόβια.
Μείναμε μόνοι. Σε κάθε γωνιά
Ένας τάφος. Σε κάθε τάφο
΄Ενα όνειρο. Σε κάθε όνειρο
Ένα κομμάτι απ' την καρδιά μας.
Την αγαπούμε τούτη τη γη.
Τώρα το ξέρετε γιατί.
Το φθινόπωρο στόλισε τις αλέες
Με κίτρινα φύλλα. Λοιπόν η άνοιξη
Δεν είναι μακριά. Τα φύλλα τούτα
Είναι ο άρτος της γης.
Πηγή: Ενότητα: «Η έκτη εντολή» στο: Ηλίας Σιμόπουλος, Ποίηση: Τόμος Πρώτος. Αθήνα: Εκδόσεις Γκοβόστη 1989.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου