Στις δέκα το πρωί η νεαρή νοικοκυρά
τριγυρνά με το νεγκλιζέ πίσω
απ’ τους ξύλινους τοίχους της οικίας του συζύγου.
Κι έπειτα βγαίνει ως το δρόμο
για να φωνάξει τον ψαρά, τον παγοπώλη,
και στέκει ντροπαλή, χωρίς κορσέ, στρώνοντας
τ’ άτακτα τσουλούφια απ’ τα μαλλιά της
και τη συγκρίνω με πεσμένο φύλλο.
Αθόρυβα οι ρόδες του αμαξιού μου
τρέχουνε θρυμματίζοντας τα ξεραμένα φύλλα
ενώ υποκλίνομαι και προσπερνώ χαμογελώντας.
[Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς, Μτφρ.: Άρτεμις Μιχαηλίδου]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου