Κόρινθος, Άργος, Σπάρτη, Αθήνα, Σικυώνα, κι άλλες (πόσες) μικρότερες πόλεις —
χίλια κομμάτια γίναν οι Έλληνες· διασπάστηκε η μεγάλη συνθήκη·
όλοι οργισμένοι με όλους· — νέα συμβούλια, διαβούλια, συσκέψεις·
οι μόλις χτες φίλοι και γείτονες δε χαιρετιούνται πια στο δρόμο —
παλιές μνησικακίες βγήκαν στη μέση· νέες συμμαχίες,
αντίθετες ολότελα απ’ τις πρώτες, βολιδοσκοπούνται, προετοιμάζονται. Πρεσβείες
καταφτάνουν κρυφά τα μεσάνυχτα· άλλες φεύγουν. Των ηρώων τ’ αγάλματα,
αμελημένα στις πλατείες και στους κήπους, κουτσουλιούνται απ’ τα σπουργίτια.
Παρέες παρέες, στην Αγορά, μ’ εμβρίθεια, μ’ έξαρση και πάθος,
συζητούν τα δικά μας, — ποιός τους όρισε; ποιός τους διόρισε;
Εμείς, μια φορά, δεν τους εκλέξαμε, (πώς άλλωστε; και πότε; —
Καινούργιοι αφέντες πάλι; να μας λείπουν). Μπήκε ο Απρίλης·
οι μικρές πιπεριές στα πεζοδρόμια πρασινίσαν — ένα πράσινο
ευγενικό, τρυφερό, παιδιακίσιο (μας συγκίνησε), παρότι
αρκετά σκονισμένο· — η υπηρεσία του Δήμου σα να τα ’χει χαμένα·
δε βγαίνει κι αυτή τ’ απογεύματα να ραντίσει τους δρόμους. Μα σήμερα
στο περιστύλιο της κλειστής Βουλής φάνηκε απρόσμενα το πρώτο χελιδόνι
κι όλοι φωνάξαν: «ένα χελιδόνι· νά, ένα χελιδόνι· νά, ένα χελιδόνι» —
όλοι με μια φωνή, κι οι πιο αντίθετοι: «Ένα χελιδόνι». Κι άξαφνα
όλοι σωπάσαν, νιώθοντας μονάχοι, αποσπασμένοι απ’ τους άλλους, σαν ελεύθεροι
σαν ενωμένοι με τη διάρκεια, σε μια πάνδημη μόνωση. Και, τότε,
κατάλαβαν πως μόνη λευτεριά τους είναι η μοναξιά τους, μα κι εκείνη
(παρότι αόρατη) απροστάτευτη, τρωτή, χιλιοπαγιδευμένη, μόνη.
Λέρος, 4.ΙV.68
Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου