Όταν ακούω τη λέξη τραγουδώ
αρχίζω να πετάω στον αέρα
νηφάλιος σα χαρταετός
κι έχω μια χάρτινη σακούλα που ‘χει γάλα
έτσι δε λεν πως άρχισε η αγελάδα
που την αρμέγουν το πρωί με το δεξί
και το βράδυ με τ’ αριστερό
κι απ’ το παράθυρο ένα μάτι
κοιτάει για να διακρίνει κάτι
που δεν το βλέπουν τόσο καθαρά
οι λουόμενοι απ’ την αντικρινή στεριά
κι ένα πανάρχαιο ρητό που μοιάζει
με το πρόγονό μας το φαλλό
και τη μαμά με τα πολλά βυζιά
και τις χιλιάδες νύμφες στ’ ακρογιάλια
των βράχων με τις αμμουδιές
που περιβάλλουν το νησί με ζώνη
αφρού — μα δεν είναι η μόνη
άπιαστη μορφή που κυνηγάμε
σέλας μιας νύχτας του χειμώνα
δίπλα στη λάμπα και στο τραπεζάκι
κι από πάνω μου μια στήλη άλατος
σκύβει ανάλαφρα να δει τι γράφω
μα εγώ δε γράφω — ζωγραφίζω
μια πανάρχαια μητέρα γη
κουκουλωμένη φωτεινή μητέρα
πότε όρθια πότε καθιστή — και πότε
Ξαπλωμένη.
Ιούλιος 1982
Νάνος Βαλαωρίτης, Στο κάτω κάτω της γραφής, Νεφέλη 1984.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου