Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

Τίτος Πατρίκιος - Πονηριά

 Μ' ένα χλιμίντρισμα αλόγου παραβιάζανε τις γειτονιές

μαυλίζαν γνωστικούς νυκοκυραίους, τρέχαν για τα βουνά

καβαλητοί στα τραμ, ανθίζαν τα κορίτσια στη σκληρή φωνή τους

πασκίζαν να μιμηθούν οι πιο μικροί το πώς πετάγαν τ' αποτσίγαρο

κι αυτοί κοιμόντουσαν με την γυναίκα του παπά και του μπακάλη

κακόκεφοι κι απένταροι, τους κλέβαν τις διπρόσωπες εισπράξεις

τις εξαργύρωναν σε γέλιο και το σκορπίζανε στη φτώχεια.

Και πάντα χάνονταν απ' τη ζωή μας καταμεσήμερα καλοκαιριού

ανοίγοντας μια πόρτα στον άσπρο κατραμένιο ήλιο.

Λέγανε πως τους είδανε μετά ταμίες σ' ένα περιοδεύοντα θίασο

ακροατές σ' ένα φροντιστήριο νομικής ή στο στρατό μόνιμους υπαξιωματικούς.

Κανείς δε μάθαινε ποτέ ούτε και που νιαζότανε να μάθει

γιατί στις γειτονιές χτίζονταν πολυκατοικίες κ' οι φιλήσυχοι πολίτες

επένδυαν έγκαιρα τα κέρδη τους σ' εμπορικά διαμερίσματα.

Έτσι απόμεναν τα παράξενα φερσίματά τους όλο και πιο αλλαγμένα

να περνάν μες στις κουβέντες μας, όπως περνάει ένα δαχτυλίδι

από πεθερά σε νύφη κ' έπειτα ξεχνιούνται οι γριές γυναίκες

τρίβεται το μέταλλο κι απομένει μόνο το φτηνό πετράδι

να προχωρεί μέσα στο χρόνο, ν' ακολουθεί τη μνήμη μας

η αόριστή τους πονηριά, χωρίς αυτό να χαλαρώνει

τις μαύρες συμβολαιογραφικές γραβάτες

που σφίγγουν το λαιμό της κάθε μέρας μας.


περ. Επιθεώρηση Τέχνης, τ. 89, Μάιος 1962


Αντλήθηκε απ' τον Χαρτοκόπτη του Γ. Χ. Θεοχάρη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου