Η άγκυρα ετούτη σκουριασμένη, πεταμένη στα βράχια,
τίποτα πια δεν κρατάει – πλοιάριο, βάρκα – τίποτα –
μόνον τον ίδιο τον εαυτό της, κι ούτε αυτόν. Πάνω της
στεγνώνει η θύμηση του ταξιδιού κ’ η επιθυμία. Όλη αφημένη
μ’ εμπιστοσύνη κι ανακούφιση στην ύστατη σοφία (όχι δική της)
στη σιωπηλή κατεργασία της σκουριάς που αλλάζει τη σκληρότητά της
σε μια μακάρια, αιώνια μαλακότητα – ψήγματα, ψήγματα,
ψήγματα καστανά στην άσπρη, την κατάφωτη άμμο
όπου τ’ αγόρια κατεβαίνουν, ντάλα μεσημέρι, για να κολυμπήσουν.
Από την ποιητική συλλογή «Θερινό Φροντιστήριο» (1953-1964).
Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Ποιήματα, τ. Δ΄», Κέδρος, Αθήνα 1975, σ. 83.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου