Παρήγγειλα αυτό το καθαρό, ξύλινο κιβώτιο
που’ ναι τετράγωνο σαν καρέκλα και σχεδόν ασήκωτα βαρύ.
Θα έλεγα πως μοιάζει με φέρετρο νάνου
ή κάποιου τετράγωνου μωρού,
όμως ακούγεται θόρυβος από μέσα του.
Το κουτί είναι κλειδωμένο, είναι επικίνδυνο.
Πρέπει να ζω μαζί του όλο το βράδυ
και δεν μπορώ να το διώξω μακριά μου.
Δεν έχει παράθυρα και έτσι δεν μπορώ να δω τι υπάρχει εκεί μέσα.
Έχει μόνο μια μικρή χαράδρα, χωρίς έξοδο.
Βάζω το μάτι μου στην χαράδρα.
Είναι σκοτεινά, σκοτεινά,
σαν την αίσθηση σμήνους από Αφρικάνικα χέρια,
μικρά και συρρικνωμένα, έτοιμα να βγουν,
ολόμαυρα, καθώς θυμωμένα σκαρφαλώνουν.
Πως μπορώ να τα αφήσω ελεύθερα;
Ο ήχος είναι που με τρομάζει πιο πολύ,
οι ακατανόητες συλλαβές.
Είναι σαν τον Ρωμαϊκό λαό
που ξεχωριστά ο καθένας είναι αδύναμος, αλλά Θεέ μου, όχι όταν είναι μαζί!
Στήνω το αυτί μου, ακούγοντας τα εξωφρενικά Λατινικά.
Δεν είμαι σαν τον Καίσαρα.
Απλούστατα έχω παραγγείλει ένα κουτί με ψυχοπαθείς.
Μπορώ να τους αποστείλω πίσω.
Μπορούν να πεθάνουν εάν δεν τους ταΐσω τίποτα. Εγώ είμαι η ιδιοκτήτρια.
Αναρωτιέμαι πόσο πολύ να πεινούν.
Αναρωτιέμαι εάν θα με ξεχνούσαν
αν απλά τους ξεκλείδωνα, έκανα ένα βήμα πίσω και μεταμορφωνόμουν σε δέντρο.
Να γίνω σαν Λαβούρνο με τους ξανθούς καρπούς
και σαν το μισοφόρι της κερασιάς.
Ίσως με αγνοήσουν μονομιάς
εάν φορέσω την διαστημική μου στολή με πέπλο κηδείας.
Εγώ δεν παράγω μέλι,
οπότε γιατί να στραφούν εναντίον μου;
Αύριο, Θεέ μου, θα γίνω γλυκιά και θα τους ελευθερώσω.
Το κουτί είναι απλά προσωρινό.
(μετάφραση: Νικόλας Προδρόμου)
***************
The Arrival of the Bee Box
I ordered this, this clean wood box
Square as a chair and almost too heavy to lift.
I would say it was the coffin of a midget
Or a square baby
Were there not such a din in it.
The box is locked, it is dangerous.
I have to live with it overnight
And I can’t keep away from it.
There are no windows, so I can’t see what is in there.
There is only a little grid, no exit.
I put my eye to the grid.
It is dark, dark,
With the swarmy feeling of African hands
Minute and shrunk for export,
Black on black, angrily clambering.
How can I let them out?
It is the noise that appalls me most of all,
The unintelligible syllables.
It is like a Roman mob,
Small, taken one by one, but my god, together!
I lay my ear to furious Latin.
I am not a Caesar.
I have simply ordered a box of maniacs.
They can be sent back.
They can die, I need feed them nothing, I am the owner.
I wonder how hungry they are.
I wonder if they would forget me
If I just undid the locks and stood back and turned into a tree.
There is the laburnum, its blond colonnades,
And the petticoats of the cherry.
They might ignore me immediately
In my moon suit and funeral veil.
I am no source of honey
So why should they turn on me?
Tomorrow I will be sweet God, I will set them free.
The box is only temporary.
Πηγή: Ποιείν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου