γιγάντιε παππού
με τη γενειάδα του ιεχωβά
πάνω σε καφετιές δαγεροτυπίες
βλέπω το πρόσωπό σου
μες στη κατάλευκη αύρα
μαχητικά αυτάρεσκο
και τα χαρτιά σου στο ράφι
λογαριασμοί του χασάπη
εναρκτήριες προσφωνήσεις
εντάλματα για την σύλληψή σου
στο δελτίο καταζητούμενων
βλέπω το θεόρατο σώμα σου
γιγάντιε προδότη
εκτοπισμένο άτομο
μεσάτο παλτό και πιάστρα
φθισικό άυπνο
με τη χολή σου καψαλισμένη
από πούρα βαριά
αγγουράκια τουρσί, λάβδανο
και λικέρ
βλέπω το σπίτι σου
στην rue d’ alliance
στην dean street και στην grafton terrace
γιγάντιε μπουρζουά
κατοικίδιε τύραννε
με ξεφτισμένες παντόφλες:
αιθάλη και ‘οικονομικά σκατά’
ενεχυροδανειστήρια ‘ως συνήθως’
παιδικά φέρετρα
κουτσομπολιά σε σκάλες υπηρεσίας
δεν υπάρχει μυδράλιο
στο προφητικό σου χέρι:
το παρατηρώ ήρεμο
κάτω από την πράσινη λάμπα
στο βρετανικό μουσείο
με υπομονή ανείπωτη
να γκρεμίζει το ίδιο το σπίτι σου
γιγάντιε ιδρυτή
προς χάριν άλλων σπιτιών
που μέσα τους δεν κοιμήθηκες ποτέ σου
γιγάντιε μύστη
σε βλέπω προδομένο
από τους μαθητές σου:
μόνο οι εχθροί σου
παρέμειναν όπως ήταν:
βλέπω το πρόσωπό σου
σε αυτή την τελευταία φωτογραφία
Απρίλιος του ογδόντα δύο:
ένα σιδερένιο προσωπείο
το σιδερένιο προσωπείο της ελευθερίας
Hans Magnus Enzensberger (Η Γραφή Των Τυφλών, 1964)
[μετάφραση: Γ.Π., Ποιητικά τχ 12]
[στο "H Υπεράσπιση των Λύκων και άλλα ποιήματα", εκδ. Πανοπτικόν, 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου