Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2023

Victor Hugo - [Ο θάνατος του Γαβριά]


[…] Ευτυχώς στον δρόμο είχε ακόμα καταχνιά από τους πυροβολισμούς κι έτσι μικρός που ήταν ο Γαβριάς πέρασε απαρατήρητος από τους στρατιώτες.

Από το το οδόφραγμα όλοι είχαν κρατήσει την ανάσα τους και δεν τολμούσαν πια να του φωνάξουν, για να μην τους πάρουν χαμπάρι από απέναντι.

Ο Γαβριάς στο μεταξύ, σερνόταν με την κοιλιά, πήγαινε με τα τέσσερα, άδειαζε φυσιγγιοθήκες κι όλο γεμίσει το καλάθι του. Προχωρώντας όμως έτσι, έφτασε σ’ ένα σημείο όπου οι καπνοί από τους πυροβολισμούς γίνονταν πιο αραιοί. Οι στρατιώτες από την άλλη μεριά ε’όδαν κάτι να σαλεύει και τη στιγμή που ο Γαβριάς ξαλάφρωνε τις φυσιγγιοθήκες ενός λοχία μια σφαίρα χτύπησε το πτώμα.

«Ου να μου χαθείτε!» φώναξε. « Αρχίσατε τώρα να χτυπάτε και τους πεθαμένους;».

Μια δεύτερη σφαίρα έπεσε σε μία πέτρα δίπλα του κι έβγαλε σπίθες και μία τρίτη του αναποδογύρισε το καλάθι.

Τότε ο Γαβριάς σηκώθηκε όρθιος, με τα μαλλιά στον άνεμο, τα χέρια στη μέση και τα μάτια καρφωμένα στους στρατιώτες που τον πυροβολούσαν κι άρχισε να τραγουδάει.

«Άσχημο είναι αυτό το μέρος,

φταίει, σου λέω, ο Βολταίρος.

Κι είμαι εγώ παιδί χρυσό,

φταίει, σου λέω, ο Ρουσό».

Έπειτα σήκωσε το καλάθι του, μάζεψε τα φισέκια του από κάτω και μέσα στους πυροβολισμούς συνέχισε τη συγκομιδή του.

Αυτό συνεχίστηκε για πολλή ώρα. Το θέαμα ήταν τρομερό αλλά και θαυμαστό. Να τον πυροβολούν κι αυτός να τους κοροϊδεύει. Να τον πυροβολούν κι αυτός να απαντάει με το τετράστιχό του, όλο και πιο δυνατά, όλο και πιο κεφάτα:

«Άσχημο είναι αυτό το μέρος,

φταίει, σου λέω, ο Βολταίρος.

Κι είμαι εγώ παιδί χρυσό,

φταίει, σου λέω, ο Ρουσό».

Έπεφτε κάτω σηκωνόταν, κρυβόταν σε μία γωνιά, πηδούσε πάλι μέσα στη βροχή από τις σφαίρες χανόταν, ξαναφαινόταν και, τέλος, άρπαζε τα φυσέκια και συνέχιζε να γεμίζει το καλάθι του. Οι στασιαστές τον κοιτούσαν αποσβολωμένοι. Όλοι τους έτρεμαν από τον φόβο τους κι αυτός τραγουδούσε! Τραγουδούσε και περιγελούσε τον θάνατο. Τραγουδούσε σαν να μη βρισκόταν εκεί, σαν να μην καταλάβαινε ότι από τη μια στιγμή στην άλλη μια σφαίρα μπορεί να του έκοβε το νήμα της ζωής.

Κι έτσι έγινε. Μια σφαίρα, καλύτερα ζυγισμένη από τις άλλες, μια σφαίρα προδοτική, τον χτύπησε. Από το οδόφραγμα ακούστηκε μια κραυγή αγωνίας. Ο Γραβιάς λύγισε, έπεσε, ανασηκώθηκε και τελικά απέμεινε καθισμένος με μια γραμμή αίμα να αυλακώνει το πρόσωπό του. Έπειτα σήκωσε τα δύο του χέρια στον αέρα, κοίταξε προς τοπ μέρος του απ΄ όπου είχε έρθει η σφαίρα και πήρε πάλι να τραγουδάει:

«Άσχημο είναι αυτό το μέρος…»

Δεν κατάφερε όμως να τελειώσει το τραγούδι του. Μια δεύτερη σφαίρα, σταλμένη από τον ίδιο σκοπευτή, το έκοψε στη μέση. Ο Γραβιάς έπεσε με το πρόσωπο στο λιθόστρωτο και δε σάλεψε πια. Η ψυχούλα αυτή η μεγάλη είχε πετάξει…[…]


Βίκτωρ Ουγκό, Οι Άθλιοι,

Απόδοση-διασκευή Φίλιππος Μανδηλαράς,

Εκδόσεις Πατάκη, 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου