Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

Ηλίας Κεφάλας - Μισοφέγγαρα


Απ' τα χαράματα το χιόνι τραγουδώ-

μόνος κατάμονος 

5

Χαμένα είδη πουλιών- όπως χαμένοι 

άνθρωποι και στερεμένες πηγές

9

Βρείτε με βρείτε με- φωνάζει ο κούκος 

κι όλο πληθαίνουν τα ορφανά στη νύχτα

22

Δειλό βήξιμο κι ο ξένος 

καλημερίζει μ' αδέξια φωνή

24

Από βουνό σε βουνό τα βράχια

μεταφέρουν την ιδέα της μοναξιάς


25

Εσύ κι εγώ πόσες φορές θα πούμε "αύριο";

26

Τι λες, σπουργίτι; Συνεχίζουμε και πάλι

τη χθεσινή κουβέντα;

28

Αν είχε στόμα η σκιά μου θα ’λεγε

«εύγε» που ξεχάστηκα στον ήλιο

32

Στην ταβέρνα του Κακκάβα τρεις φορές

μέτρησε τα λεφτά του πριν κατεβεί να φάει


35

Ἀθέατο τ᾽ ἀηδόνι κελαηδᾶ – λίγο
νὰ μὴ ντρεπόταν θὰ τὸ βλέπαμε

36

Κοίταξε να δεις σε ένα βουνό κοπριάς 

υμνεί και χαίρεται ο κορυδαλλός

42

Σούρουπο κι η καμπάνα κυνηγά

τη σκοτεινή σιωπή στις ρεματιές

43

Λούζεται το σπουργίτι στη 

λακκούβα - ξεκαρδίζεται

47

Ατυχία πρωί-πρωί στο ίδιο μονοπάτι 

φίδι και βάτραχος

53

Ανελέητη καταφθάνει η άνοιξη

να δείξει την ασημαντότητά μας


69

Με τα μουσκεμένα τους μαλλιά

οι σιωπηλές γυναίκες που αγάπησα

76

Κοίτα να δεις εδώ στο τίποτα

το αιώνιο συνάντησε τη στιγμή μας    


84

Ἀσήκωτος ὁ ὕπνος τοῦ ἀπόβροχου

λὲς καὶ βυθίζεσαι στὴ στέρνα

87

Ο μόνος κατοικεί παντού: στη νύχτα

στη μέρα στ’ άγριο πλήθος

88

Κι εκεί που σε θυμήθηκα

με άρπαξε η βροχή σαν ένοχο

91

Μετάφραση: να που το ποίημα χάνει

τις πηγές του κι ατακτεί σαν παιδί

93

Καμιά μαγεία δεν έρχεται αλώβητη 

από τον νου στο χαρτί

97

Μην το αψηφάς - κάποιοι βάτραχοι

μπορεί να είναι πρίγκιπες

107

Χνουδάτη κουβέρτα χιονιού 

καλύπτει ολόκληρο ψοφίμι

110

Χιόνι˙ και να πώς όλος ο κόσμος

πάλι προβάλλεται ιδεώδης

113

Ας στέκει μόνο του το δέντρο στο βουνό
δεν ξέχασε ποτέ ν’ ανθίζει

120
Αραιός καπνός, μι' απέραντη γαλάζια θλίψη 
σήμερα κατοικεί στον ουρανό


136

Θυμάται ακόμα το ηδύπικρο φιλί της

σαν δόντι καρφωμένο στο αγριοκέρασο

143

Τι κατανόηση ‒ τη λύπη μου είπα

σ᾽ ένα αηδόνι κι εκείνο σιώπησε

152

Μα πού βρέχει κι έγινα μέσα μου μουσκίδι;

161

Μισοφέγγαρο· μισοφάγωτη

στον ουρανό μια φέτα καρπουζιού

164

Εσύ να μείνεις ταπεινός και χαμηλόφωνος

κι ας μην το αναγνωρίζει πια κανένας

171

Πόσες ανύποπτες σπίθες ξάφνου 

μας ανάβουν από μέσα;

176

Τι θρήνος – τόσα παπούτσια έμειναν

άδεια σ’ αυτό το σπίτι

181

Πετάς, πουλί; Πετάς; - Πετάω

Γι' αυτό και σ' έχασα για πάντα

183

Η μνήμη συνεχώς μας καθρεφτίζει

184

Μου ήρθες σαν δροσιά και μου έφυγες σαν άνεμος

Τώρα γιατί να μ' εγκαλείς που δεν σε κράτησα;

186

Μέσα από το θολό νερό του ποταμού

οι βάτραχοι θρηνούν παλιούς πνιγμένους

188

Κρυμμένη στις φυλλωσιές της μνήμης –

κόβω τα φύλλα ένα-ένα να τη βρω\

189

Πού να ήξερα πως όλοι ήρθαν για να φύγουν

190

Ω δέντρα βαθύρριζα, σημαίες του χώματος 

κι οι κάτωθεν νεκροί σημαιοφόροι

195

Και από μία κλωστή μόνο κρέμεται

η αράχνη που λέγεται ζωή

201

Δώδεκα τα μεσάνυχτα κι όλα τα όνειρα

μ' αφήνουν ορφανό στους πέντε δρόμους        

204
Είδα ένα όνειρο που μ' έβλεπε σαν ξένο
205
Μισοφέγγαρο - μισοζωή - κι η έλλειψη εν όλω
206
Όχι δεν γέρασα από μόνος μου -
άλλα με γέρασαν
207
Μόλις ξυπνάς να μην ξεχνάς να καθαρίζεις
το πάτωμα απ' τα όνειρα που έπεσαν.
208
Ενώ μισώ το μισό πάλι εξακολουθώ
να θέλγομαι απ' τα μισοφέγγαρα

216

Ποιος είδε το δάκρυ που αποκόβεται και

σαν διαμάντι ηχεί πεσμένο στο λιθόστρωτο;

217

Ω - στα στενορρύμια της πόλης η καμπάνα

όλους τους ξεχασμένους από πίσω παίρνει

218

Δεν είναι μισοφέγγαρο - είναι φαράσι

για να λιχνίζει ο ουρανός τ' αστέρια του

219

Με τον Έσπερο φανάρι ακολουθώ

ηλιόσπορους που φτύνουν τα κορίτσια

220

Αυτός που στέκεται στ' απόσκιο με τη σκούπα

ανθρώπους συμμαζεύει κι όχι τα σκουπίδια τους

221

Από ένα θήτα κρέμονται θεός και θάνατος

222

Όσο οι πληθαίνουν οι ποιητές στην αγορά

τόσο η ποίηση προσφεύγει σε κρυψώνες

223

Τα μάτια σου ρευστό ηδύποτο

από μακριά σε πίνω και μεθάω

224

Τα μάτια σου κωματώδεις λίμνες -

τρέμω μην ταράξω και με πνίξουν

225

Είπα; Πρόσθεσα κάτι; Ή μόνο αναίτια

ενόχλησα την ιερή σιωπή;

 Λιωμένο μακρινό χιόνι
το νερό του απριλιάτικου Πηνειού
                       *
Ανελέητη καταφθάνει η άνοιξη
να δείξει την ασημαντότητά μας
                         *
Ανεβαίνω στο κλαδί - " κι εσύ που πας
ανάνθιστος " με κοροϊδεύει μια μανόλια
                         *
Άνοιξη - και όλα τα δέντρα ζεύτηκαν
για να τραβήξουν το βουνό στον κάμπο
                         *
Μέσα σε τόσο λουλουδιασμένο κόσμο
γιατί σκεφθήκαμε μια κόλαση ερέβους;
                          *
Ω παπαρούνες - πυροφάνια της άνοιξης
φωτίστε το μαύρο της ζωής μας
                           *
Είδα βουνά να σφίγγονται και να
μοιράζονται το χιόνι αγκαλιασμένα

   *
Πρωί μεσημέρι βράδυ τα μάτια μου
βουλιάζουν στα πολύχρωμα βουνά
  
Μισοφέγγαρα, (επιγράμματα) εκδ. Θράκα, 2024



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Edouard Vuillard - Τhe Window