Αργά το βράδυ βλέπεις τα σκυλιά να περιφέρονται σαν άκακες συμμορίες. Εξουθενωμένα από ανθρώπους και αυτοκίνητα, άλλα μικρά, άλλα μεγάλα και μερικά κουτσά, δεν έχουν πια κουράγιο ούτε να γαβγίσουν ούτε να δαγκάσουν. Καμιά φορά κανένα κάθεται να το χαϊδέψεις και σε κοιτάει μ’ ευγνωμοσύνη μες στα μάτια· όμως τα πιο πολλά στέκουν από μακριά, γεμάτα υποψία: ξέμαθαν πια να ξεχωρίζουν τους ανθρώπους. Μαζί με τ’ άλλα είναι και μερικά σκυλιά από ράτσα, που κόστισαν κάποτε μια μικρή περιουσία· που δεν έτρωγαν παρά μόνο μπιφτέκι· που τα έλουζαν ωραίες κυρίες και ύστερα τα έβγαζαν για τον πρωινό τους περίπατο – και τώρα παρατημένα απ’ τ’ αφεντικά τους, Κύριος οίδε για ποιο λόγο, με το λουρί ακόμα δύο στον λαιμό και με την απορία στα μάτια, τρέχουν κι αυτά μαζί με τα κοπρόσκυλα, έχοντας μάθει κιόλας στην απόγνωση και στις κακές συνήθειες του δρόμου.
Ντίνος Χριστιανόπουλος, από την ενότητα «Νεκρή Πιάτσα», Πεζά ποιήματα, Θεσσαλονίκη, Ιανός 2004
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου